Produced by Sophia Canoni

Note: The tonic system has been changed from polytonic to monotonic.The spelling of the book has not been changed otherwise. Unusualwords that could be considered mistakes have been included in [].

Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σεμονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου.Ασυνήθιστοι λεκτικοί τύποι που μπορεί να εκληφθούν ως λάθη,περικλείονται σε [].

Α. ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑ

ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ

ΕΚΔΟΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΜΕΝΗ

Ο ΕΒΥΘΟΣ. — ΔΥΟ ΣΚΕΛΕΘΡΑ. — Η ΚΑΚΗ ΑΔΕΡΦΗ.ΚΡΥΦΟΣ ΚΑΗΜΟΣ. — Η ΜΗΤΡΥΙΑ. — Η ΜΑΝΝΑ. — ΗΓΥΝΑΙΚΑ. — Ο ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤAΡΧΗΣ. ΤΑ ΤΥΦΛΟΠΟΝΤΙΚΑ,— Η ΠΑΤΡΙΔΑ. — Η ΣΜΥΡΝΙΑ. — ΗΡΩΩΝ ΤΕΚΝΑ. —ΤΟ ΠΑΛΑΙΜΑ. — Η ΘΥΣΙΑ. — ΘΕΟΣ ΑΘΑΝΑΤΟΣ.

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣΕΚΔΟΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΣΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ»44 — ΕΝ ΟΔΩ ΣΤΑΔΙΟΥ 44 —1919

ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ

Ο ΕΒΥΘΟΣ

Ήταν της Παναγίας της Καψοδεματούσας τον Αλωνάρη. Η παπαδιάαποβραδίς είδε όνειρο κακό. Ξημέρωνε Κυριακή και της Κυριακής τ'όνερο ίσαμε το μεσημέρι ξεδιαλύνει. Το έλεγε του παπά της κι έτρεμεσαν το φυλλοκάλαμο η φτωχή. Μα ο παπάς δεν έπαιρνε από τέτια·

— Σώπα, βλοημένη, με τα όνειρά σου! της έλεγε.

— Πώς να σωπάσω. παπά μου; Το είδα ολοφάνερο: Το σπίτι έπεσε, εσύσκοτώθηκες, εγώ έμεινα έρμη κι απομόναχη. Γύριζα μέσα στα κρύα τουχειμώνα ξώζαρκη και μάζωνα μπουκιά σε μπουκιά το ψωμί…

Κι έτσι λέγοντας δερνότανε κι έκλαιγε η παπαδιά.

Νταγκ — νταγκ!… Νταγκ — νταγκ!… ακούστηκε κείνη την ώρα ηβραχνιασμένη φωνή του σήμαντρου πέρα, στου Μάζη. Ήταν ώρα για τηλειτουργιά.

Ου να μου χαθήτε, τσακάλια, που θέλτε κι εκκλησιά! είπε μεπεριφρόνηση ο παπάς ετοιμάζοντας τα σύνεργα της δουλειάς.

 — Πήγαινε στη λειτουργιά σου, παπά μου· τέτια ημέρα σήμερα δεν
κάνει να πιάσης δουλιειά· του είπε μισοκλαίοντας η παπαδιά.

— Άφινέ με, παπαδιά, ήσυχο· σήμερα τα ήβρα τ' άλογα, σήμερα θ'αλωνίσω κι ας είνε και Λαμπρή! Τον καιρό δεν τον έχουμε πάντα στοχέρι· μόνο βάλε ψωμί στο τράστο και σώπα!

 — Σκιάζουμαι, παπά μου· το είδα ολοφάνερο τ' όνειρο. Το σπίτι
έπεσε, εσύ σκοτώθηκες…

 — Μωρ' βάλε ψωμί στο τράστο κι άσεμε μη βλαστημήσω! την έκοψε άγρια
ο παπάς.

Και τα ξανθά του τα γένεια έτρεμαν από το θυμό. Εκείνη κατάπιε ταδάκρυά της και δεν είπε τίποτα. Ήταν καλή γυναίκα η καημένη· λόγοδεν ήξερε να γυρίση στον άντρα της.

Ως τόσο εκείνος ετοιμάστηκε για καλά. Φόρεσε τα κοντά του τα ράσα,έβαλε ένα μάλλινο σκουφάκι στο κεφάλι, έδεσε μ' ένα σκοινί τη μέσητου, κρέμασε το τράστο με το φαγί στον ώμο του, πήρε το χοντρό ραβδίτου κι έφυγε χωρίς ούτε «γεια σου» να ειπή στην παπαδιά, που τονέβλεπε με θλιμένη ψυχή.

Ο Παπαβασίλης ήταν από τα χωριά της Γαστούνης, από την Κελεβή, τηνπατρίδα του Παρασκευά του αρχιληστή. Πριν ρασοφορέση, ήταν άνθρωποςτου σκοινιού και του παλουκιού. Τα χωριά έτρεμαν στ' όνομά του.Έδερνε κι έγδυνε, έγδυνε κι έδερνε ολημερίς. Ακόμη και τη γυναίκατου, αρχοντοθυγατέρα με τ' όνομα, την πήρε κλεφτή. Άξαφνα τουβουλήθηκε να γίνη παπάς. Οι φρόνιμοι το βλεπαν σαν δύσκολο, μαεκείνος·

— Ποιο; έλεγε κουνώντας το κεφάλι· σε λίγες μέρες τα βλέπετε.

Και αληθινά· εκατό τάλλαρα και δυο ζευγάρια χήνες στο Δεσπότη καιτέλειωσε τη δουλειά του. Ο Παπαβασίλης διωρίστηκε εφημέριος σε

...

BU KİTABI OKUMAK İÇİN ÜYE OLUN VEYA GİRİŞ YAPIN!


Sitemize Üyelik ÜCRETSİZDİR!