Produced by Sophia Canoni
Note: The tonic system has been changed from polytonic tomonotonic, otherwise the spelling of the book has not beenchanged. Bold words are included in &. Footnotes have beenconverted to endnotes.
Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σεμονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου.Λέξεις με έντονους χαρακτήρες περικλείονται σε &. Οιυποσημειώσεις έχουν μεταφερθεί στο τέλος του βιβλίου.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ1916
ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΝ Γ. Η. ΚΑΛΕΡΓΗ & ΣΑΣ
Το γεγονός της ημέρας εις το χωριό ήτο η εμφάνισις του υιoύ τουΣαϊτονικολή, αγνώστου σχεδόν μέχρι τούδε, όστις ούτω επαρουσιάσθηέξαφνα, μίαν Κυριακήν του 1863, δεκαοκτώ ετών, ανδρούκλακας ωςεκεί πάνω, με ανάπτυξιν καταπληκτικήν. Του διαόλου το Σαϊτονικολή,γυιό που τον έκαμε! Είδες μπόι, είδες πλάτες; Και τι έχει να γίνηακόμη όσο ναντροπατήση! Πούτον αυτό το παιδί, κέτσι μονομιάςεπετάχτηκε άντρας θεριεμένος;
Βέβαια στη χώρα δεν ήτο. Το πράγμα εφαίνετο μια ώρα μακρυά. Μετάτην πρώτην εντύπωσιν, οι φιλόψογοι ήρχισαν να βλέπουν διάφοραψεγάδια εις τον νέον, και τα εμπαικτικά γέλια διεδέχθησαν τονθαυμασμόν. Ελέγετο δηλαδή ότι, επειδή έζη μέχρι τούδε μακράν τωνανθρώπων, βοσκός εις τα βουνά από μικρό παιδί, είχε γίνει ζώον μετα ζώα· μόνο που δεν εκουτούλα. Να μιλήση καλά καλά δεν ήξευρε καιάμα ευρίσκετο μεταξύ ανθρώπων τάχανε κέκανε σαν αγριότραγος πουκυττάζει από πού να φύγη.
Η δε Σπυριδολενιά, διάσημος ψεγαδιάστρα και διά τούτο λίανεπίφοβος, έτοιμη πάντοτε, αν εστραβοπατούσες, να σου βγάλητραγούδι, όταν τον είδεν έκαμε τάχα πως εφοβήθη, μάννα μου! Έπειταεγέλασε τον συριστικόν και ξηρόν γέλωτά της και σκύψασα εψιθύρισεπρος την παρακαθημένην το εξής αυτοσχέδιον επίγραμμα:
Καλώς τονε που πρόβαλε με τση μακρές χερούκλες,
Με τα μεγάλα μάγουλα και με τση ποδαρούκλες.
Το δίστιχον τούτο, με το οποίον η Σπυριδολενιά εχάραξεν, ως διάμονοκονδυλιάς, την γελοιογραφίαν του νέου, μεταδοθέν από ακοής ειςακοήν, μετά μικρών σκιρτηματικών γελώτων, παρήγαγε πλήμμυρανφαιδρότητος εις τον όμιλον των γυναικών, αίτινες καθήμεναι υπό τονμεγάλον πλάτανον με τα κυριακάτικα των, παρετήρουν τουςδιερχομένους από το δισταύρι. Μία εξ αυτών κατελήφθη υπόσπασμωδικού ακαταβλήτου γέλωτος και ενώ δια της μιας χειρόςεκράτει τα στήθη της, δια της άλλης εκτύπα τον ώμον της Λενιάς:
— Θεοσκοτωμένη, να σκάσω θέλω απού τα γέλια, σε καλό να μουβγούνε!
Όσον δε παρετήρουν τον νέον απομακρυνόμενον με τα μεγάλα χέριακρεμάμενα ως περιττά και δυσοικονόμητα εξαρτήματα, με τα μεγάλαπόδια, εις τα οποία είχε μεταδοθή το σάστισμα της κεφαλής, όλονεκείνον τον κολοσσόν, όστις από την παραζάλην της ανθρωποφοβίαςεβάδιζεν ως στραβός, προσκόπτων εις τους λίθους, η κωμική τουεπιγράμματος εικών εφαίνετο περισσότερον ταιριαστή και οι γέλωτεςδεν έπαυον.
Μετά τινας ώρας το δίστιχον έκαμε τον γύρον του χωρίου,συνοδευόμενον και υπό εμπαικτικού επιθέτου. Διά να συμπληρώση τοέργον της η Σπυριδολενιά, τον επωνόμασε Πατούχαν, εμπνευσθείσα απότους πλατείς του πόδας, το καταπληκτικώτερον χαρακτηριστικόν τουκαταπληκτικού εκείνου εφήβου.
Ο Μανώλης, ο επονομασθείς ούτω Πατούχας, είχε δείξει από μικράςηλικίας τόσην αγάπην προς την ποιμενικήν ζωήν, ώστε μετά δυσκολίαςτον απέσπασεν ο πατήρ